Του Γιαννούλα
Γιαννούλας βήκε κι έκατσε στον ήλιο στο προσήλιο.
Για λάμπ’ ο ήλιος-Γιάννη μ’-το πρωί, λάμπουν κι τ’άρματά του.
Πιάνει και γράφει μια γραφή κι ένα καμένο γράμμα:
Σ’εσάς γερόντοι απ’ τ’ Άγραφα, σ’εσένα Χατζηστέργιο,
γλήγορα το μουρασαλέ απ’ την Οξιά και κάτω.
Πέντε μερούλες καρτερώ και δέκα παντυχαίνω
και από τις δέκα κι ύστερα θαρθώ και μοναχός μου.
Φωτιά θα βάλω στ’ Άγραφα, φωτιά και στα Γραμμένα.
………………………………………….
Αντώνη Κατσαντώνη
Οι κλέφτες από τ’ Άγραφα – Αντώνη – ν – Αντώνη
Αντώνη Κατσαντώνη – κι από το Καρπενήσι.
Οι δόλοι είχαν σύναξη – Αντώνη – ν – Αντώνη
Αντώνη Κατσαντώνη – είχαν κρυφή κουβέντα.
Κι ένας τον άλλον έλεγε – Αντώνη – ν – Αντώνη
Αντώνη Κατσαντώνη – κι ένας τον άλλον λέει –
Για δες μουστάκια πόχουμε – Αντώνη – ν – Αντώνη
Αντώνη Κατσαντώνη – και τσιγκιλά που στέκουν.
Δεν πρέπουν για τα Γιάννινα – Αντώνη – ν – Αντώνη
Αντώνη Κατσαντώνη – να τά’ναι σκλαβωμένα
Μόν’πρέπουν για ψηλά βουνά – Αντώνη – ν – Αντώνη
Αντώνη Κατσαντώνη – να κυνηγούν τους Τούρκους.
………………………………………….
Τα δόλια τα τσαρόπουλα τί τάναι λερωμένα
Λεροφορούν τον πρώτο τους, τον καπετάν Θανάση
Πούταν στολός κι αρματωλός,
Στους κλέφτες καπετάνιος
Π’όλα τα κάστρα πολεμούσε κι όλα τα ανικούσε.
…………….. |
Ποιος να’ταν ο προξενητής
Ποιος να’ταν ο προξενητής να τον πολυχρονήσω,
που ζεύγωσε τα δυο πουλιά, αϊτό και παριστέρα.
Αϊτός ήταν ο γαμπρός κι περιστέρα η νύφη.
Ποιος να’ταν ο προξενητής να τον πολυχρονήσω,
να ζήσει χρόνους εκατό κι ξάμηνα διακόσια.
………………
Φίλοι μ’καλωσορίσατε
Φίλοι μ’καλωσορίσατε κι εγώ καλώς σας ήβρα.
Για φάτε, πιείτε, φίλοι μου, χαρείτε να χαρούμε
τούτον το χρόνο τον καλό, τον άλλον ποιος το ξέρει,
για ζούμε για πεθαίνουμε, για σ’άλλον τόπο πάμε
κι αν δε χορέψουμε μαζί ένας θεός το ξέρει.
|